αποχωρητήριο
Greek
Declension
declension of αποχωρητήριο
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αποχωρητήριο • | αποχωρητήρια • |
genitive | αποχωρητηρίου • | αποχωρητηρίων • |
accusative | αποχωρητήριο • | αποχωρητήρια • |
vocative | αποχωρητήριο • | αποχωρητήρια • |
Related terms
- αποχώρηση f (apochórisi, “withdrawal”)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.