ηλεκτρονικός υπολογιστής
Greek
Etymology
ηλεκτρονικός (ilektronikós, “electronic”) + υπολογιστής (ypologistís, “calculator”)
Noun
ηλεκτρονικός υπολογιστής • (ilektronikós ypologistís) m (plural ηλεκτρονικοί υπολογιστές)
Synonyms
- Η/Υ (I/Y)
- κομπιούτερ n (kompioúter)
Derived terms
- υπολογιστής m (ypologistís)
Related terms
- see: κομπιούτερ n (kompioúter, “computer”)
Further reading
ηλεκτρονικός υπολογιστής on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.