σεμινάριο
Greek
Declension
declension of σεμινάριο
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | σεμινάριο • | σεμινάρια • |
genitive | σεμινάριου • σεμιναρίου • | σεμινάριων • σεμιναρίων • |
accusative | σεμινάριο • | σεμινάρια • |
vocative | σεμινάριο • | σεμινάρια • |
Related terms
- σεμιναριάκι n (seminariáki)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.