σημείωση
Greek
Declension
declension of σημείωση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | σημείωση • | σημειώσεις • |
genitive | σημείωσης • σημειώσεως • | σημειώσεων • |
accusative | σημείωση • | σημειώσεις • |
vocative | σημείωση • | σημειώσεις • |
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.