ταινιογραφία
Greek
Declension
declension of ταινιογραφία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ταινιογραφία • | ταινιογραφίες • |
genitive | ταινιογραφίας • | ταινιογραφιών • |
accusative | ταινιογραφία • | ταινιογραφίες • |
vocative | ταινιογραφία • | ταινιογραφίες • |
Related terms
- ταινία f (tainía, “film, movie”)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.