πρωκτοπεντετηρίς

Grec ancien

Étymologie

De πρωκτός  anus ») et πεντήρης  quinquérème »).

Nom commun

Cas Singulier Pluriel Duel
Nominatif πρωκτοπεντετηρίς αἱ πρωκτοπεντετηρίδες τὼ πρωκτοπεντετηρίδε
Vocatif πρωκτοπεντετηρί πρωκτοπεντετηρίδες πρωκτοπεντετηρίδε
Accusatif τὴν πρωκτοπεντετηρίδα τὰς πρωκτοπεντετηρίδας τὼ πρωκτοπεντετηρίδε
Génitif τῆς πρωκτοπεντετηρίδος τῶν πρωκτοπεντετηρίδων τοῖν πρωκτοπεντετηρίδοιν
Datif τῇ πρωκτοπεντετηρίδι ταῖς πρωκτοπεντετηρίσι(ν) τοῖν πρωκτοπεντετηρίδοιν

πρωκτοπεντετηρίς, prôktopentetêrís \prɔːk.to.pen.te.tɛː.ˈris\ féminin

  1. Fête extraordinaire, d’où quinquennale, d’un débauché contre nature.

Références

Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.