ηλιόλουστος
Greek
Pronunciation
- IPA(key): /iˈʎɔ.lu.stɔs/
- Hyphenation: η‧λι‧ό‧λου‧στος
Declension
declension of ηλιόλουστος
number case / gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | ηλιόλουστος | ηλιόλουστη | ηλιόλουστο | ηλιόλουστοι | ηλιόλουστες | ηλιόλουστα |
genitive | ηλιόλουστου | ηλιόλουστης | ηλιόλουστου | ηλιόλουστων | ηλιόλουστων | ηλιόλουστων |
accusative | ηλιόλουστο | ηλιόλουστη | ηλιόλουστο | ηλιόλουστους | ηλιόλουστες | ηλιόλουστα |
vocative | ηλιόλουστε | ηλιόλουστη | ηλιόλουστο | ηλιόλουστοι | ηλιόλουστες | ηλιόλουστα |
derivations | comparative: πιο (pio) + positive forms (e.g. πιο ηλιόλουστος, etc.) relative superlative: definite article + πιο (pio) + positive forms (e.g. ο πιο ηλιόλουστος (o pio ilióloustos), etc.) |
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.