χωρογραφικός

Grec ancien

Étymologie

Mot dérivé de χωρογράφος, khôrográphos avec le suffixe -ικός, -ikós.

Adjectif

cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif χωρογραφικός χωρογραφική χωρογραφικόν
vocatif χωρογραφικέ χωρογραφική χωρογραφικόν
accusatif χωρογραφικόν χωρογραφικήν χωρογραφικόν
génitif χωρογραφικοῦ χωρογραφικῆς χωρογραφικοῦ
datif χωρογραφικ χωρογραφικ χωρογραφικ
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif χωρογραφικώ χωρογραφικά χωρογραφικώ
vocatif χωρογραφικώ χωρογραφικά χωρογραφικώ
accusatif χωρογραφικώ χωρογραφικά χωρογραφικώ
génitif χωρογραφικοῖν χωρογραφικαῖν χωρογραφικοῖν
datif χωρογραφικοῖν χωρογραφικαῖν χωρογραφικοῖν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif χωρογραφικοί χωρογραφικαί χωρογραφικά
vocatif χωρογραφικοί χωρογραφικαί χωρογραφικά
accusatif χωρογραφικούς χωρογραφικάς χωρογραφικά
génitif χωρογραφικῶν χωρογραφικῶν χωρογραφικῶν
datif χωρογραφικοῖς χωρογραφικαῖς χωρογραφικοῖς

χωρογραφικός, khôrographikós \Prononciation ?\

  1. Chorographique, descriptif de lieux.

    Vocabulaire apparenté par le sens

    Références

    Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.