αριθμός
See also: ἀριθμός
Greek
Etymology
From the Ancient Greek ἀρῐθμός (arithmós).
Pronunciation
- IPA [ariθˈmos]
- Hyphenation: α‧ριθ‧μός
Declension
Synonyms
Derived terms
- αντίστροφος αριθμός m (antístrofos arithmós, “reciprocal number”)
- απόλυτος αριθμός n (apólytos arithmós, “cardinal number”)
- αριθμός φορολογικού μητρώου m (arithmós forologikoú mitróou, “tax registration number”)
- αύξων αριθμός m (áfxon arithmós, “serial number”)
- πραγματικός αριθμός m (pragmatikós arithmós, “real number”)
- πρώτος αριθμός m (prótos arithmós, “prime number”)
- φανταστικός αριθμός m (fantastikós arithmós, “imaginary number”)
See also
- μιγαδικός m (migadikós, “complex number”)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.