ανακοίνωση
Grec
Étymologie
- Du grec ancien ἀνακοίνωσις, anakoínôsis.
Nom commun
Cas | Singulier | Pluriel | ||
---|---|---|---|---|
Nominatif | η | ανακοίνωση | οι | ανακοινώσεις |
Génitif | της | ανακοίνωσης ανακοινώσεως |
των | ανακοινώσεων |
Accusatif | τη(ν) | ανακοίνωση | τις | ανακοινώσεις |
Vocatif | ανακοίνωση | ανακοινώσεις |
ανακοίνωση, anakínosi \a.na.ˈci.nɔ.si\ féminin
Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.