αποδιοπομπαίος τράγος

Grec

Étymologie

Du grec ancien ἀποπομπαῖος τράγος, apopompaîos trágos.

Locution nominale

Cas Singulier Pluriel
Nominatif ο  αποδιοπομπαίος τράγος οι  αποδιοπομπαίοι τράγοι
Génitif του  αποδιοπομπαίου τράγου των  αποδιοπομπαίων τράγων
Accusatif το(ν)  αποδιοπομπαίο τράγο τους  αποδιοπομπαίους τράγους
Vocatif αποδιοπομπαίε τράγε αποδιοπομπαίοι τράγοι

αποδιοπομπαίος τράγος (apodhiopombéos trágos) \a.pɔ.ði.ɔ.pɔm.ˈbɛ.ɔs ˈtɾa.ɣɔs\ masculin

  1. Bouc émissaire.

Voir aussi

Références

Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.