χειρότερος

Grec

Étymologie

Du grec ancien χειρότερος, kheiróteros. Cette forme dénote une supplétion car son étymologie est distincte de celle de κακός, kakós.

Adjectif

cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif χειρότερος χειρότερη χειρότερο
génitif χειρότερου χειρότερης χειρότερου
accusatif χειρότερο χειρότερη χειρότερο
vocatif χειρότερε χειρότερη χειρότερο
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif χειρότεροι χειρότερες χειρότερα
génitif χειρότερων χειρότερων χειρότερων
accusatif χειρότερους χειρότερες χειρότερα
vocatif χειρότεροι χειρότερες χειρότερα

χειρότερος, khiróteros \çi.ˈɾɔ.tɛ.ɾɔs\

  1. Comparatif de κακός. Pire.

Grec ancien

Étymologie

Variante de χείρων. Cette forme dénote une supplétion car son étymologie est distincte de celle de κακός, kakós.

Adjectif

cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif χειρότερος χειροτέρα χειρότερον
vocatif χειρότερε χειροτέρα χειρότερον
accusatif χειρότερον χειροτέραν χειρότερον
génitif χειροτέρου χειροτέρας χειροτέρου
datif χειροτέρ χειροτέρ χειροτέρ
cas duel
masculin féminin neutre
nominatif χειροτέρω χειροτέρω χειροτέρω
vocatif χειροτέρω χειροτέρω χειροτέρω
accusatif χειροτέρω χειροτέρω χειροτέρω
génitif χειροτέροιν χειροτέραιν χειροτέροιν
datif χειροτέροιν χειροτέραιν χειροτέροιν
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif χειρότεροι χειρότεραι χειρότερα
vocatif χειρότεροι χειρότεραι χειρότερα
accusatif χειροτέρους χειροτέρας χειρότερα
génitif χειροτέρων χειροτέρων χειροτέρων
datif χειροτέροις χειροτέραις χειροτέροις

χειρότερος, kheiróteros \kʰe.ˈro.te.ros\

  1. Comparatif de κακός.

Références

Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.