καλύτερος

Grec

Adjectif

cas singulier
masculin féminin neutre
nominatif καλύτερος καλύτερη καλύτερο
génitif καλύτερου καλύτερης καλύτερου
accusatif καλύτερο καλύτερη καλύτερο
vocatif καλύτερε καλύτερη καλύτερο
cas pluriel
masculin féminin neutre
nominatif καλύτεροι καλύτερες καλύτερα
génitif καλύτερων καλύτερων καλύτερων
accusatif καλύτερους καλύτερες καλύτερα
vocatif καλύτεροι καλύτερες καλύτερα

καλύτερος, kalíteros \ka.ˈli.tɛ.ɾɔs\

  1. Comparatif de καλός : meilleur.
Cet article est issu de Wiktionary. Le texte est sous licence Creative Commons - Attribution - Partage dans les Mêmes. Des conditions supplémentaires peuvent s'appliquer aux fichiers multimédias.